Γιατί έλκομαι από ανθρώπους, που δε μπορούν να αγαπήσουν

Το επαναλαμβανόμενο μοτίβο της συναισθηματικής μη-διαθεσιμότητας

Πολλοί άνθρωποι νιώθουν να επαναλαμβάνουν το ίδιο επώδυνο μοτίβο: ερωτεύονται άτομα, που συναισθηματικά δεν είναι διαθέσιμα. Ελπίζουν, απογοητεύονται και μετά υπόσχονται, πως «την επόμενη φορά θα προσέξω». Κι όμως, η ιστορία επαναλαμβάνεται. Δεν είναι θέμα τύχης, ούτε αδυναμίας χαρακτήρα· είναι νευροβιολογικό φαινόμενο.

Οικείο νευροχημικό περιβάλλον και παιδική εμπειρία

Ο ανθρώπινος εγκέφαλος δεν αναζητά το “σωστό” συναίσθημα, αλλά το οικείο νευροχημικό περιβάλλον. Από τα πρώτα χρόνια της ζωής, το νευρικό μας σύστημα μαθαίνει τι σημαίνει “σχέση” και “εγγύτητα” με βάση, το πώς βιώσαμε τη φροντίδα και την ασφάλεια. Αν οι πρώτοι δεσμοί μας ήταν ασυνεπείς ή ασταθείς, ο εγκέφαλος αποθήκευσε αυτή τη συναισθηματική ένταση, ως φυσιολογική μορφή οικειότητας.

Η αναπαραγωγή του γνώριμου στην ενηλικίωση

Έτσι, στην ενήλικη ζωή, ο μη διαθέσιμος σύντροφος ενεργοποιεί τα ίδια κυκλώματα που τότε συνδέονταν με αγάπη και προσδοκία. Δεν μας τραβά η αστάθεια γιατί μας “ταιριάζει”, αλλά γιατί ο εγκέφαλός μας τη μεταφράζει ως γνώριμη. Ο εγκέφαλος προτιμά την προβλέψιμη αστάθεια, από την άγνωστη σταθερότητα και επιλέγει το γνώριμο στρες, αντί της ξένης ηρεμίας, γιατί το πρώτο έχει “χαρτογραφηθεί” ως ασφαλές.

Το νευροχημικό κύμα της αβεβαιότητας

Ο μη διαθέσιμος άνθρωπος, με την απόσταση και τη σιωπή του, διεγείρει το σύστημα ανταμοιβής του εγκεφάλου. Η αβεβαιότητα πυροδοτεί εκρήξεις ντοπαμίνης, ενώ η προσδοκία επανένωσης προκαλεί ενεργοποίηση οξυτοκίνης — ένα μείγμα που δημιουργεί ισχυρή ψυχοσωματική ένταση. Το σώμα νιώθει αυτό το χημικό κύμα και το ερμηνεύει ως “πάθος”. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για κυκλικό μηχανισμό εθισμού: ο εγκέφαλος επιβραβεύει κάθε υπόνοια προσοχής με μικρές δόσεις ευφορίας, ενισχύοντας την προσκόλληση σε κάποιον που συναισθηματικά δεν ανταποκρίνεται.

Η διαφορά με ώριμο σύντροφο

Αντίθετα, ένας ήρεμος και συναισθηματικά ώριμος σύντροφος δεν ενεργοποιεί αυτό το κύκλωμα έντασης. Το νευρικό σύστημα, που έχει μάθει να συνδέει το “έντονο” με το “αληθινό”, βιώνει τη σταθερότητα ως ανιαρή ή “χωρίς χημεία”. Δεν είναι απροθυμία για υγιή σχέση· είναι ασυμφωνία νευρολογικών προσδοκιών. Η έλξη προς το μη διαθέσιμο δεν είναι επιλογή, είναι αντανακλαστική αναπαραγωγή παλαιών νευρωνικών μονοπατιών. Ο εγκέφαλος επαναλαμβάνει αυτό που γνωρίζει, ακόμη κι αν το γνωστό πονά. Η ασφάλεια δεν είναι ακόμη “οικεία” για να την αναζητήσει.

Η ψυχοθεραπεία ως διαδικασία νευροβιολογικής επανεκπαίδευσης

Η απεξάρτηση από αυτό το μοτίβο δεν έρχεται με λογικές αποφάσεις ή αυτοέλεγχο. Οι μηχανισμοί, που το συντηρούν βρίσκονται σε υποφλοιώδη επίπεδα του εγκεφάλου, πολύ βαθύτερα από τη συνειδητή σκέψη. Η ψυχοθεραπεία λειτουργεί ως πεδίο ασφαλούς συναισθηματικής επανεγγραφής: μέσω της σταθερότητας, της ενσυναίσθησης και της συνέπειας της θεραπευτικής σχέσης, το νευρικό σύστημα αρχίζει να βιώνει την ηρεμία ως γνώριμη. Νέα κυκλώματα ρύθμισης και προσκόλλησης σχηματίζονται, μειώνοντας τη χημική ένταση, που κάποτε ταυτιζόταν με τον “έρωτα”. Η αλλαγή, λοιπόν, δεν είναι θέμα θέλησης· είναι επαναπρογραμματισμός του εγκεφάλου μέσα σε ασφαλές πλαίσιο. Η ψυχοθεραπεία δεν “διορθώνει” τον άνθρωπο — τον βοηθά να μάθει, σε βιολογικό επίπεδο, πως η αγάπη μπορεί να είναι ήρεμη χωρίς να είναι βαρετή, σταθερή χωρίς να είναι αδιάφορη, και οικεία χωρίς να πονά.